- ὑπαγόμενος
- ὑπάγωleadpres part mp masc nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Παππαγιαννάκηδες — Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 180 μ.) στην πρώην επαρχία Κισσάμου του νομού Χανίων, υπαγόμενος διοικητικά στον δήμο Περβολακίων … Dictionary of Greek
Παππαδάς — Μικρός ορεινός οικισμός (υψόμ. 540 μ.) στην πρώην επαρχία Γορτυνίας του νομού Αρκαδίας, υπαγόμενος διοικητικά στον δήμο Παλούμπας … Dictionary of Greek